Οι ελληνικές τραγωδίες αποτελούνται από τρεις πράξεις. Στην πρώτη, δίνεται το σκηνικό. Στη δεύτερη, η πλοκή φτάνει στην κορύφωσή της. Στην Ελλάδα του σήμερα, η επιβολή των «εθελοντικών» απωλειών στους ιδιώτες πιστωτές της χώρας απλώς αντιπροσωπεύει το τέλος της αρχής, καθώς η πραγματική τραγωδία δεν έχει εκτυλιχθεί ακόμα, γράφει ο καθηγητής Luigi Zingales.
Όπως επισημαίνει, μπορεί επιφανειακά αυτή η «εθελοντική» συμφωνία με τους πιστωτές να φαίνεται μεγάλη επιτυχία, όμως, παρά τη μείωση του χρέους κατά περισσότερο από 100 δισ. ευρώ, την αποφυγή γενικευμένων καταρρεύσεων τραπεζών και τη συνέχιση της δυνατότητας του κράτους να πληρώνει τους υπαλλήλους του, η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σκληρή.
Συγκεκριμένα, ακόμα και με την τελευταία συμφωνία, το χρέος της Ελλάδας παραμένει στο 120% του ΑΕΠ του προηγούμενου έτους, ενώ εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 130% προτού σταθεροποιηθεί στο 120% το 2020. Όμως, ούτε αυτό το επίπεδο είναι βιώσιμο. Καθώς ο πληθυσμός της Ελλάδας αναμένεται να μειωθεί 0,5% ετησίως τα επόμενα 30 χρόνια, ακόμα και αν το κατά κεφαλήν εισόδημα στη χώρα αυξηθεί κατά 1,5% ετησίως, το χρέος δύσκολα μπορεί να εξυπηρετηθεί.
Εάν υποτεθεί ότι η Ελλάδα μπορούσε να δανειστεί με πραγματικό επιτόκιο 3% (αντί του 17% που ισχύει σήμερα), η κυβέρνηση θα έπρεπε να εμφανίζει ετήσιο πρωτογενές πλεόνασμα 2,6% του ΑΕΠ για τα επόμενα 30 χρόνια μόνο και μόνο για να διατηρεί σταθερό το επίπεδο χρέους.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι για να μειωθεί το επίπεδο χρέους στο 70%, η Ελλάδα θα πρέπει να διατηρεί ένα μέσο πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 4% για τα επόμενα 30 χρόνια, το οποίο έχει επιτευχθεί προσωρινά μόνο σε 4 από τα τελευταία 25 χρόνια.
Αν όμως η κατάσταση είναι τόσο δραματική, για ποιον λόγο χάρηκαν τόσο πολύ η Ε.Ε. και το ΔΝΤ για την πρόσφατη συμφωνία, διερωτάται ο κ. Zingales.
Όπως εξηγεί, ο βασικός τους στόχος ήταν να ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει η χρεοκοπία της Ελλάδας στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Και δεδομένης της αντίδρασης της αγοράς, φαίνεται πως το πέτυχαν. Η καθυστέρηση στην επίτευξη της συμφωνίας έδωσε τη δυνατότητα στους περισσότερους ιδιώτες επενδυτές να αποφύγουν τις συνέπειες του ριψοκίνδυνου δανεισμού τους προς την Ελλάδα.
Ποιο ήταν όμως το τίμημα για τον περιορισμό των απωλειών του ιδιωτικού τομέα; Εάν η Ελλάδα είχε κηρύξει χρεοστάσιο το 2010, επιβάλλοντας το ίδιο «κούρεμα» στους ιδιώτες πιστωτές με αυτό που επέβαλε τώρα, θα είχε μειώσει το χρέος στο πιο διαχειρίσιμο επίπεδο του 80%, σημειώνει ο κ. Zingales. Όπως επισημαίνει, αυτό θα ήταν μεν οδυνηρό, ωστόσο θα είχε γλιτώσει τους Έλληνες από μείωση του ΑΕΠ κατά 7% και την αύξηση της ανεργίας στο 22%.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι, εάν η χώρα είχε χρεοκοπήσει το 2010, θα είχε περιθώριο για προσαρμογές, κάτι που δεν έχει πλέον. Και εάν η πορεία της οικονομίας δεν αντιστραφεί σύντομα, η Ελλάδα θα χρειαστεί περισσότερη βοήθεια.
Θα μπορέσει να τη βρει; Πλέον, το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους βρίσκεται στην κατοχή του επίσημου τομέα, ο οποίος παραδοσιακά δεν επιτρέπει κανένα «κούρεμα». Το υπόλοιπο χρέος έχει επανεκδοθεί υπό βρετανικό και όχι υπό ελληνικό δίκαιο, και αυτό σημαίνει ότι πλέον δεν ελέγχεται από την ελληνική κυβέρνηση και τη νέα ρήτρα συλλογικής δράσης, η οποία διευκολύνει τη μερική χρεοκοπία. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα έχει εξαντλήσει τη δυνατότητά της να μοιραστεί μέρος του βάρους με τον ιδιωτικό τομέα.
Στη δεύτερη πράξη του δράματος, οι απελπισμένοι Έλληνες θα έρθουν αντιμέτωποι με τους εξοργισμένους Ευρωπαίους. Μόνο στην κορύφωση, όμως, θα γνωρίζουμε εάν η προσπάθεια να καθυστερήσει το αναπόφευκτο συνεισέφερε στην υπονόμευση της ιδέας της Ευρώπης.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου